Η Ελλάδα έχει εισέλθει σε μια νέα εργασιακή εποχή, όπου το σταθερό επάγγελμα έχει αντικατασταθεί από την προσωρινότητα, η εργασιακή ταυτότητα από την ευελιξία, και η κοινωνική ασφάλεια από την αβεβαιότητα. Ο εργαζόμενος δεν είναι πλέον υποκείμενο δικαιωμάτων, αλλά μονάδα παραγωγικότητας.
Η επισφάλεια έχει γίνει η νέα κανονικότητα. Εργαζόμενοι σε πλατφόρμες, ενοικιαζόμενοι υπάλληλοι, freelancers χωρίς σταθερότητα, υπεργολάβοι του ίδιου τους του βίου — όλοι συνθέτουν ένα κοινωνικό σώμα χωρίς συλλογική φωνή. Η εργασία έχει αποσυνδεθεί από την κοινωνική προστασία, και η “ευελιξία” παρουσιάζεται ως ευκαιρία ενώ είναι μορφή ελέγχου. Η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων έχει νομιμοποιηθεί ως αναγκαία για την ανταγωνιστικότητα, δημιουργώντας μια “οικονομία φόβου” όπου ο εργαζόμενος συμμορφώνεται για να μην αποκλειστεί.
Η ενοικιαζόμενη εργασία αποτελεί σύμπτωμα αλλά και μηχανισμό αναπαραγωγής αυτής της συνθήκης. Δημιουργεί ένα στρώμα “αόρατων εργαζομένων” που κινούνται μέσα στις εταιρείες αλλά δεν ανήκουν σε αυτές, που εργάζονται χωρίς σταθερή σχέση, χωρίς θεσμική φωνή. Η κοινωνιολογία της εργασίας δείχνει ότι αυτό το μοντέλο οδηγεί σε διάλυση των συλλογικών ταυτοτήτων και σε απομόνωση. Η ατομικότητα, που θεωρητικά ενισχύει την ελευθερία, στην πράξη ενισχύει την εξάρτηση.
Η αποδόμηση του κοινωνικού κράτους αποτελεί τον θεσμικό καθρέφτη αυτής της μεταβολής. Οι πολιτικές απασχόλησης επικεντρώνονται στην “ενεργοποίηση του ανέργου” αντί στην προστασία του εργαζομένου, ενώ τα επιδόματα αντικαθιστούν τη μισθολογική διαπραγμάτευση. Το κράτος λειτουργεί ως εργοδότης τελευταίας καταφυγής, χωρίς στρατηγική κοινωνικής συνοχής.
Η νέα εργασιακή τάξη δεν είναι προσωρινό φαινόμενο. Είναι η νέα κοινωνική δομή της Ελλάδας: μια οικονομία υπηρεσιών, χαμηλών μισθών και περιορισμένων προοπτικών, όπου η παραγωγικότητα στηρίζεται στην επισφάλεια. Αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί απλώς πρόβλημα κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και δημοκρατίας· διότι χωρίς αξιοπρεπή εργασία, δεν υπάρχει πολιτική συμμετοχή, δεν υπάρχει συλλογική ευθύνη, δεν υπάρχει μέλλον κοινότητας.
Η αποκατάσταση της εργασιακής αξιοπρέπειας προϋποθέτει νέο κοινωνικό συμβόλαιο. Χρειάζεται πολιτική βούληση να ανασυσταθεί ο πυρήνας του κοινωνικού κράτους και να αποκατασταθεί η εργασία ως πυλώνας ταυτότητας, όχι απλώς επιβίωσης. Μόνο τότε η ελληνική κοινωνία θα μπορέσει να επαναβρεί τη δημοκρατική της συνοχή και να υπερβεί τον κύκλο της διαρκούς ανασφάλειας που τη χαρακτηρίζει.
Πρόσφατα σχόλια