Η πρόσφατη αναζωπύρωση της έντασης μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης, με αφορμή τη ρηματική διακοίνωση της κυβέρνησης της Τρίπολης στον ΟΗΕ, υπενθυμίζει με εμφατικό τρόπο ότι το ζήτημα της οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο παραμένει ανοιχτό και ιδιαίτερα σύνθετο. Η Λιβυκή κυβέρνηση, παραβλέποντας τόσο το διεθνές δίκαιο όσο και την πρακτική της σύγχρονης διπλωματίας, επιχείρησε να προωθήσει, μέσω διεθνούς θεσμικής οδού, τις αβάσιμες διατάξεις του τουρκολιβυκού μνημονίου του 2019, εγείροντας ανοιχτά ζητήματα που αφορούν όχι μόνον την Ελλάδα αλλά και το διεθνές νομικό σύστημα στο σύνολό του.
Η συμφωνία μεταξύ Άγκυρας και της κυβέρνησης Εθνικής Συμφωνίας (GNU) της Τρίπολης, η οποία επιχειρεί να οριοθετήσει θαλάσσιες ζώνες αγνοώντας την ύπαρξη του ελληνικού νησιωτικού συμπλέγματος – με έμφαση στην Κρήτη, τη Ρόδο, την Κάρπαθο και την Κάσο – συνιστά όχι απλώς διπλωματικό ατόπημα, αλλά και κατάφωρη παραβίαση του Δικαίου της Θάλασσας, όπως αυτό κωδικοποιείται στην UNCLOS (1982). Η Τουρκία, αν και δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Σύμβασης, δεσμεύεται από τις εθιμικές της διατάξεις, ενώ η Λιβύη έχει ήδη προσυπογράψει. Επομένως, η επιμονή στην αγνόηση των ελληνικών δικαιωμάτων δεν έχει κανένα νομικό έρεισμα, λειτουργεί μόνο ως μέσο γεωπολιτικής πίεσης και εργαλειοποίησης της ρευστής κατάστασης στη Λιβύη.
Το πλαίσιο αυτό συνδέεται ευθέως με τη μεταβαλλόμενη ενεργειακή γεωγραφία της Ανατολικής Μεσογείου. Η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε καθοριστικές κινήσεις: οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, ενίσχυση της ερευνητικής δραστηριότητας σε νότια πεδία της Κρήτης, συμμετοχή σε ενεργειακούς σχηματισμούς όπως ο EastMed Gas Forum και προώθηση ενεργειακών υποδομών που ενισχύουν τον ρόλο της ως κόμβου ασφάλειας και μετάβασης. Η δημιουργία τετελεσμένων μέσω οικονομικής δραστηριότητας συνιστά στρατηγική επιλογή υψηλής απόδοσης που εδραιώνει κυριαρχικά δικαιώματα χωρίς την ανάγκη στρατιωτικής έντασης.
Στον άξονα της διπλωματίας, η Αθήνα έχει αναπτύξει ένα ευρύ δίκτυο συμμαχιών που περιλαμβάνει χώρες-κλειδιά όπως η Γαλλία, η Αίγυπτος, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και, εσχάτως, η Σαουδική Αραβία. Παράλληλα, η ενεργή συμμετοχή της στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ ενισχύει τη διαπραγματευτική της ισχύ, υπό την προϋπόθεση ότι η πολιτική της παραμένει συνεπής και τεκμηριωμένη. Η απόρριψη του τουρκολιβυκού μνημονίου από τη λιβυκή Βουλή (House of Representatives) και την κυβέρνηση της Ανατολικής Λιβύης (GNS) είναι ένα διπλωματικό εργαλείο που πρέπει να αξιοποιηθεί πλήρως, καθιστώντας σαφές ότι το εν λόγω «σύμφωνο» δεν δεσμεύει τη Λιβύη συνολικά.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και ο ρόλος της μετανάστευσης ως παράγοντας ασφαλείας. Η Λιβύη, σε κατάσταση de facto διαμελισμού, λειτουργεί ως κεντρικός διάδρομος μεταναστευτικών ροών από την υποσαχάρια Αφρική προς την Ευρώπη. Η Ελλάδα, ως χώρα πρώτης υποδοχής, επηρεάζεται άμεσα. Οι σχέσεις με τον Χαλίφα Χαφτάρ και η συνεργασία με την Ανατολική Λιβύη έχουν πρακτική αξία στη διαχείριση των ροών αλλά και στη γεωπολιτική εξισορρόπηση έναντι της Άγκυρας. Εφόσον το μεταναστευτικό ζήτημα δεν αφεθεί σε παθητική διαχείριση, αλλά ενταχθεί σε μια στρατηγική συνολικής πολιτικής πίεσης και ανταλλαγών, μπορεί να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση της Αθήνας.
Η προοπτική επίλυσης της διαφοράς μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης παραμένει ενεργή, εφόσον υπάρξει κοινό συνυποσχετικό. Η Ελλάδα έχει αποδείξει την προθυμία της να κινηθεί με βάση το διεθνές δίκαιο. Όμως, η Χάγη δεν πρέπει να ιδωθεί ως αυτοσκοπός, αλλά ως εργαλείο. Χωρίς σαφείς όρους εντολής, προσδιορισμένα ζητήματα προς επίλυση και αμοιβαία αποδοχή των αρχών του δικαίου της θάλασσας, η διαδικασία μπορεί να λειτουργήσει αντιπαραγωγικά.
Συμπερασματικά, η ελληνολιβυκή αντιπαράθεση αποτελεί συνισταμένη πολλών παραμέτρων: διεθνούς δικαίου, ενεργειακών συμφερόντων, περιφερειακής σταθερότητας και γεωπολιτικής αναδιάταξης. Η στρατηγική της Ελλάδας πρέπει να παραμείνει σταθερά πολυεπίπεδη, δυναμική, αλλά και νομικά απαρασάλευτη. Η ανοιχτή προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο, η διπλωματική κινητικότητα και η επένδυση σε οικονομικά τετελεσμένα μέσω ενεργειακής δραστηριότητας είναι οι τρεις βασικοί άξονες που διασφαλίζουν ότι η Ελλάδα όχι μόνο υπερασπίζεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα, αλλά και τα μετατρέπει σε γεωστρατηγικό πλεονέκτημα.
Πρόσφατα σχόλια