Η συνταγματική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας αποτελεί απόρροια ενός ιστορικού και αξιακού συμβιβασμού: το κράτος είναι ταυτόχρονα θεματοφύλακας της αγοράς και εγγυητής του κοινωνικού συμφέροντος. Τα άρθρα 106 και 107 Συντ. δεν είναι απλές δηλώσεις αρχών· αποτελούν τη νομική ενσάρκωση της ευρωπαϊκής ιδέας της «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» — μιας ισορροπίας μεταξύ αποδοτικότητας και δικαιοσύνης.
Η λογική αυτή αντικρούει το ψευδοδίλημμα “κράτος ή αγορά”. Το Σύνταγμα προβλέπει συνύπαρξη και όχι κυριαρχία: το κράτος δεν παρεμβαίνει επειδή δυσπιστεί στην αγορά, αλλά επειδή η αγορά δεν αυτορρυθμίζεται υπέρ των αδυνάτων. Η οικονομική ελευθερία είναι θεμελιώδης, αλλά όχι απεριόριστη — υπόκειται σε κανόνες δικαιοσύνης, ισότητας και αξιοπρέπειας.
Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, το πρότυπο της Soziale Marktwirtschaft (Γερμανία) διδάσκει ότι η κοινωνική συνοχή δεν είναι εμπόδιο αλλά προϋπόθεση ανάπτυξης. Η επιτυχία του μοντέλου οφείλεται στον θεσμικό ορθολογισμό: σταθερότητα κανόνων, συλλογική διαπραγμάτευση, ανεξαρτησία αρχών, ενεργή φορολογική δικαιοσύνη και επένδυση στην κοινωνική καινοτομία.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, η έννοια του «παρεμβατισμού» έχει συχνά εργαλειοποιηθεί είτε για πολιτικό έλεγχο είτε για πλήρη απορρύθμιση. Όμως η θεσμική ρύθμιση δεν είναι εμπόδιο στην ελευθερία· είναι η μορφή που της δίνει διάρκεια. Μια αγορά χωρίς θεσμούς είναι μια αγορά ισχυρών. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει ότι η οικονομία οφείλει να υπηρετεί την κοινωνία — όχι το αντίστροφο.
Η μεταπαγκοσμιοποιημένη εποχή καθιστά αυτή την ισορροπία επείγουσα. Η ψηφιακή συγκέντρωση, τα ενεργειακά καρτέλ, η αυτοματοποίηση, και οι ανισότητες δημιουργούν νέους χώρους εξουσίας εκτός θεσμικού ελέγχου. Το ελληνικό κράτος καλείται να επιτελέσει ρόλο ρυθμιστή ισχύος, με θεσμικά μέσα που θα διασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες και διαφανή πρόσβαση στην οικονομική δραστηριότητα.
Η συνταγματική αποστολή του κράτους παραμένει διττή: να ενισχύει τη δυναμική της αγοράς αλλά και να εγγυάται τον κοινωνικό της προσανατολισμό. Οι κανόνες ανταγωνισμού, η αναδιανομή μέσω φορολογίας, η συλλογική διαπραγμάτευση και η πράσινη μετάβαση είναι πλέον πυλώνες εθνικής ασφάλειας όσο και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το Σύνταγμα προσφέρει θεσμική αρχιτεκτονική ελευθερίας. Όπου το κράτος εξασφαλίζει το δίκαιο των κανόνων, η αγορά αποκτά κύρος και η δημοκρατία σταθερότητα. Όπου το κράτος παραιτείται, η ελευθερία εκφυλίζεται σε μονοπώλιο. Το Σύνταγμα, με τη γλώσσα του 1975, είχε ήδη προβλέψει τη σύγχρονη ανάγκη: η οικονομική ελευθερία πρέπει να συνυπάρχει με την κοινωνική αξιοπρέπεια, αλλιώς η ανάπτυξη παραμένει απλώς αριθμητική.
Πρόσφατα σχόλια