Η Τουρκία συνιστά χαρακτηριστική περίπτωση στρατηγικής και αξιακής αντίφασης στο σύγχρονο διεθνές σύστημα. Ενταγμένη θεσμικά στον δυτικό αμυντικό πυρήνα μέσω της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και διατηρώντας οικονομικοπολιτικές σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Τουρκία ακολουθεί διαχρονική αποκλίνουσα πορεία. Η πολιτική της Άγκυρας όχι μόνο υπονομεύει τον κανόνα δικαίου στο εσωτερικό της χώρας, αλλά αμφισβητεί έμπρακτα τη συλλογική ασφάλεια, τη συμμαχική αλληλεγγύη και τις φιλελεύθερες αξίες που συγκροτούν τον ίδιο τον πυρήνα της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας.
Από την πάγια αναθεωρητική της στάση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, μέχρι τη στρατηγική της συμμαχία με τη Ρωσία και το Ιράν, η Τουρκία καταδεικνύει με κάθε ευκαιρία πως λειτουργεί περισσότερο ως επιθετικός περιφερειακός παίκτης παρά ως συνεπής σύμμαχος. Η εμπλοκή της σε περιφερειακές συγκρούσεις, όπως στη Λιβύη, στη Συρία και στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, επιβεβαιώνει τον ενεργό της ρόλο ως ανεξάρτητης δύναμης, προσανατολισμένης στην εδραίωση μιας νέας γεωπολιτικής ισορροπίας με όρους ηγεμονίας. Η στρατηγική της πλέον δεν καθορίζεται από την αρχή της συλλογικής ασφάλειας, αλλά από την αρχή της εθνικής ευκαιρίας.
Ωστόσο, το πλέον προβληματικό στοιχείο δεν εντοπίζεται στη συμπεριφορά της Τουρκίας καθαυτή, αλλά στην πλήρη ανοχή που επιδεικνύει απέναντί της η Δύση. Η Τουρκία λειτουργεί εντός της συμμαχίας με καθεστώς ατιμωρησίας. Δεν αντιμετώπισε ποτέ πραγματικό αποκλεισμό από το ΝΑΤΟ για τη στρατιωτική της συνεργασία με τη Ρωσία. Δεν υπέστη ουσιαστικές κυρώσεις για τη διαρκή αμφισβήτηση της ελληνικής και κυπριακής κυριαρχίας. Δεν αντιμετωπίζει κανέναν θεσμικό περιορισμο. Αντιθέτως, συνεχίζει να λαμβάνει ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, να συμμετέχει σε συμμαχικούς σχεδιασμούς και να επιβάλει τους όρους της σε κρίσιμα ζητήματα, όπως η διεύρυνση της Συμμαχίας
Η θεσμική ανοχή απέναντι σε αυτή τη συμπεριφορά δεν είναι έκφραση στρατηγικής σοφίας, αλλά δείγμα συστημικής αδυναμίας. Η γεωπολιτική αξία της Τουρκίας, δηλαδή ο έλεγχος του Βοσπόρου, η στρατιωτική της ισχύς και η εγγύτητά της σε ενεργειακά και συγκρουσιακά κέντρα, έχει καταστεί το άλλοθι μιας αλυσιτελούς πολιτικής. Η Δύση δεν πειθαρχεί την Άγκυρα, αλλά προσαρμόζεται σε αυτήν, εγκλωβισμένη σε μια ψευδή στρατηγική εξάρτησης. Η Τουρκία λειτουργεί, έτσι, όχι απλώς ως προβληματικός εταίρος, αλλά ως κράτος εντός των θεσμών που εργάζεται εναντίον των θεσμών.
Ταυτόχρονα, η παραμονή της Τουρκίας εντός του δυτικού πλαισίου αποκαλύπτει και ένα βαθύτερο αξιακό πρόβλημα: την απώλεια ηθικής συνέπειας και αξιοπιστίας της ίδιας της Δύσης. Όταν ένας αυταρχικός ηγέτης, που κατέχει στρατηγική θέση, μπορεί να αγνοεί κατά βούληση τις θεμελιώδεις πολιτικές ελευθερίες, χωρίς κυρώσεις, τότε η επίκληση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου από τη Δύση καθίσταται απλή ρητορική επίφαση. Η Τουρκία αναδεικνύει με ενάργεια την ηθική κόπωση του Δυτικού κόσμου, που πλέον υπομένει την ασυμβατότητα στο όνομα μιας ψευδούς σταθερότητας.
Η στρατηγική ανοχή προς την Τουρκία συνεπάγεται, τελικά, πολιτικό και θεσμικό κόστος. Διαβρώνει τη συνοχή της Συμμαχίας, αποσταθεροποιεί τον Νότο της Ευρώπης, υπονομεύει τη Συμμαχία ούσα μέλος της και στέλνει το μήνυμα ότι η Δύση ανέχεται την υπονόμευση του αξιακού της οικοδομήματος, αρκεί να εξασφαλίζει πρόσκαιρα στρατηγικά οφέλη. Αν η πορεία αυτή συνεχιστεί, τότε η κρίση δεν θα είναι πια τουρκική – θα είναι κρίση του ίδιου του δυτικού συστήματος.
Το διακύβευμα δεν αφορά μόνο την Τουρκία. Αφορά το ερώτημα αν η Δύση και το NATO εξακολουθεί να είναι μια ουσιαστική συμμαχία ή έχει μετατραπεί σε μια κοινοπραξία ευκαιριακών συναλλαγών.
Πρόσφατα σχόλια