Του Πέτρου Παππά
Σε μια εποχή παγκόσμιων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, η Ελλάδα δεν μπορεί να παραμένει απλός παρατηρητής ή, ακόμη χειρότερα, να προσδιορίζεται διεθνώς ως «πρόθυμος σύμμαχος» χωρίς σχέδιο, χωρίς διαπραγμάτευση. Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει ραγδαία. Η Ανατολική Μεσόγειος, η Βόρεια Αφρική, η Εγγύς Ανατολή είναι γεωγραφικές ζώνες κρίσιμης σημασίας, όπου οι εξελίξεις επηρεάζουν άμεσα τα εθνικά μας συμφέροντα. Κι όμως, η εξωτερική μας πολιτική μοιάζει ολοένα και περισσότερο εγκλωβισμένη σε επικοινωνιακά αντανακλαστικά, ενώ η χώρα χάνει σταθερά μέρος του διπλωματικού της κεφαλαίου.
Τελευταίο παράδειγμα, η υπόθεση της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Ένα μοναδικό παγκόσμιο μνημείο πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, που πλέον αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους εξαιτίας της απόφασης αιγυπτιακού δικαστηρίου να της αφαιρέσει την κυριότητα της περιουσίας της. Η σιωπή της ελληνικής κυβέρνησης ήταν εκκωφαντική. Αντί να διεκδικήσει άμεσα και θεσμικά την προστασία ενός χώρου που συμβολίζει τον οικουμενικό πολιτισμό και τον διαχρονικό ελληνισμό, η ελληνική εξωτερική πολιτική περιορίστηκε σε αμήχανες διαρροές και καθυστερημένες τοποθετήσεις.
Την ίδια ώρα, η μακροοικονομική βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Αίγυπτο προχωρά, χωρίς η Ελλάδα να θέτει κανένα ουσιαστικό όρο για την προστασία της Μονής ή άλλων ζητημάτων ελληνικού ενδιαφέροντος. Δηλαδή, αποδεχόμαστε να χρηματοδοτείται ένα καθεστώς που υπονομεύει ελληνικά και ευρωπαϊκά πολιτιστικά δικαιώματα, χωρίς ούτε μια διπλωματική αντίδραση. Αυτό δεν είναι εξωτερική πολιτική. Είναι παθητική διεκπεραίωση υποχρεώσεων, χωρίς εθνική στρατηγική.
Αλλά και στη Λιβύη, οι εξελίξεις είναι εξίσου ανησυχητικές. Η κυβέρνηση της Τρίπολης επιμένει στην εφαρμογή του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου του 2019, ενώ ενδείξεις δείχνουν πως ακόμη και η Ανατολική Λιβύη, παραδοσιακά προσκείμενη προς την Αθήνα, στρέφεται πλέον προς την Άγκυρα. Αντί η Ελλάδα να παίζει ρόλο σταθεροποιητικό στην περιοχή, βλέπει το διπλωματικό της αποτύπωμα να συρρικνώνεται, με το πεδίο να καταλαμβάνεται από άλλες δυνάμεις. Και όλα αυτά χωρίς καμία επίσημη ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων ή σύγκληση της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής.
Η στρατηγική του «πρόθυμου συμμάχου» αποδεικνύεται διαρκώς ανίσχυρη και κοστοβόρα. Μια εξωτερική πολιτική που στηρίζεται αποκλειστικά στην προβολή καλών σχέσεων με τις μεγάλες δυνάμεις, χωρίς όμως να διασφαλίζει απτά εθνικά οφέλη, είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Δεν αρκεί η συμμετοχή σε διεθνείς συμμαχίες. Χρειάζεται ενεργή παρουσία, τεκμηριωμένη διαπραγμάτευση, ισχυρά διπλωματικά ανταλλάγματα.
Στο σημερινό πολιτικό τοπίο, η χώρα έχει ανάγκη από υπεύθυνες και εθνικά χρήσιμες φωνές. Από τη μία, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υποβαθμίζει τα εθνικά μας ζητήματα σε επικοινωνιακή διαχείριση. Από την άλλη, τα υπόλοιπα αντιπολιτευτικά κόμματα στέκονται εγκλωβισμένα σε ιδεοληψίες και γενικόλογες επικλήσεις στην ειρήνη, αποτυγχάνουν να διατυπώσουν μια ρεαλιστική, συγκροτημένη στρατηγική εξωτερικής πολιτικής.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής είναι η μόνη δύναμη που συνδυάζει την ευρωπαϊκή προοπτική με τον πατριωτικό ρεαλισμό. Που γνωρίζει πώς να διεκδικεί, πώς να διαπραγματεύεται, πώς να υπερασπίζεται το εθνικό συμφέρον με σχέδιο και θεσμική αξιοπιστία. Έχει διαχρονικά αποδείξει ότι η εξωτερική πολιτική δεν είναι πεδίο για μικροκομματικά παιχνίδια. Είναι υπόθεση εθνικής ενότητας και θεσμικής σοβαρότητας. Γι’ αυτό και καλούμε την κυβέρνηση να εγκαταλείψει τη ρητορική των «εύκολων χειρισμών» και να καταθέσει σχέδιο για την Ανατολική Μεσόγειο, για τις σχέσεις με την Αίγυπτο, για την αντιμετώπιση των προκλήσεων στη Λιβύη και για την προάσπιση της ελληνικής πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς.
Σε έναν κόσμο που αλλάζει, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να σιωπά. Οφείλει να μιλήσει με σαφήνεια, να δράσει με πυξίδα το διεθνές δίκαιο και να επιδιώξει την προστασία των εθνικών της συμφερόντων με αποφασιστικότητα και όραμα. Απαιτούμε στρατηγική. Και η στρατηγική αυτή, πρέπει να έχει επίκεντρο την αξιοπρέπεια και την ασφάλεια της πατρίδας μας.
Πρόσφατα σχόλια