Η πολιτική πόλωση στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει εξελιχθεί σε δομική κρίση με σοβαρές επιπτώσεις στη σταθερότητα του αμερικανικού πολιτικού συστήματος και στη διατήρηση της διεθνούς ηγεμονικής θέσης της χώρας. Η αντιπαράθεση Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων δεν συνιστά πλέον μια φυσιολογική σύγκρουση διαφορετικών πολιτικών προγραμμάτων, αλλά αφορά την αμφισβήτηση της βασικής νομιμοποίησης των θεσμών και των δημοκρατικών διαδικασιών. Η δυνατότητα των ΗΠΑ να λειτουργούν ως σταθεροποιητικός πυλώνας μιας φιλελεύθερης διεθνούς τάξης επηρεάζεται άμεσα από τις εσωτερικές αυτές εξελίξεις.
Η ρίζα της πόλωσης δεν είναι μονοδιάστατη. Οικονομικές, δημογραφικές, πολιτισμικές και τεχνολογικές μεταβολές έχουν αναδιαμορφώσει το κοινωνικό τοπίο. Η αποβιομηχάνιση των μεσοδυτικών Πολιτειών, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η αίσθηση απώλειας οικονομικής ασφάλειας των παραδοσιακών μικρομεσαίων στρωμάτων και ο φόβος πολιτισμικής «αντικατάστασης» μεταξύ συγκεκριμένων ομάδων εκλογέων συνθέτουν ένα περιβάλλον αμυντικής ταυτοτικής σύγκρουσης. Επομένως, η πόλωση δεν αφορά διαφωνία για την κατανομή πόρων αλλά σύγκρουση για τον ορισμό της αμερικανικής ταυτότητας.
Η θεσμική αρχιτεκτονική των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έχει προσαρμοστεί επαρκώς σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Ο σχεδιασμός του εκλεκτορικού συστήματος, οι δομικές υπερεξουσίες της Γερουσίας που επιτρέπουν αντιπροσώπευση μειοψηφικών πληθυσμών με ισοδύναμη δύναμη στη νομοθετική διαδικασία, ο εκλογικός κατακερματισμός των Πολιτειών και η διαδικασία αναδιαμόρφωσης των εκλογικών περιφερειών (gerrymandering) ενισχύουν την κομματική αδιαλλαξία. Το αποτέλεσμα είναι η αδυναμία συνεργασίας ακόμη και σε ζητήματα εθνικής ασφάλειας ή δημοσιονομικής ευστάθειας.
Ενδεικτικά, οι ψηφοφόροι αυτοπροσδιορίζονται περισσότερο από την εχθρότητα προς την αντίπαλη παράταξη παρά από την προσήλωση σε συγκεκριμένες πολιτικές αρχές. Οι πολιτικές ταυτότητες έχουν συναισθηματικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα ο διάλογος να αντικαθίσταται από το αίσθημα απειλής. Η πολιτική νομιμοποίηση εξατομικεύεται και αποσπάται από την κοινή πραγματικότητα· εδώ εισέρχεται σημαντικά ο ρόλος των αλγοριθμικών περιβαλλόντων πληροφόρησης. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δημιουργούν κλειστά οικοσυστήματα όπου κάθε ομάδα ενισχύει επιλεκτικά τις αντιλήψεις της, οδηγώντας στον πολλαπλασιασμό θεωριών συνωμοσίας και στη διάβρωση του κοινού ορθολογικού πλαισίου.
Η αμφισβήτηση της ακεραιότητας των εκλογικών διαδικασιών αποτελεί ίσως την πλέον επικίνδυνη διάσταση. Σημαντικό τμήμα των πολιτών πιστεύει ότι οι εκλογές μπορούν να νοθευτούν ή ότι ήδη έχουν νοθευτεί, παρά την έλλειψη τεκμηρίωσης. Η εμφάνιση αιρετών αξιωματούχων που υιοθετούν ρητορική ενάντια στη δημοκρατική διαδικασία οδηγεί σε συστημικό εκφυλισμό: οι θεσμοί παύουν να είναι ουδέτεροι και γίνονται πεδίο κομματικής αναμέτρησης. Η εκτελεστική εξουσία, το δικαστικό σώμα και οι πολιτειακοί εκλογικοί μηχανισμοί γίνονται στόχοι επιρροής, υπονομεύοντας την εγγύηση του κράτους δικαίου.
Η πολιτική βία, αν και όχι συχνή σε μαζική κλίμακα, νομιμοποιείται σταδιακά. Η επίθεση στο Καπιτώλιο το 2021 αποτέλεσε ιστορικό σοκ: έδειξε ότι οι πόλοι της πόλωσης δεν περιορίζονται στην ιδεολογική αντιπαράθεση, αλλά επεκτείνονται στη διάβρωση των θεμελιωδών κανόνων ειρηνικής μεταβίβασης εξουσίας. Η ανάδυση ένοπλων πολιτοφυλακών και η αυξανόμενη ανοχή στη χρήση βίας για πολιτικούς σκοπούς συνιστούν κίνδυνο στρατηγικής αποσταθεροποίησης.
Οι συνέπειες για τη διεθνή θέση των ΗΠΑ είναι μετρήσιμες. Ο δείκτης εμπιστοσύνης των συμμάχων έχει μειωθεί, καθώς η αμερικανική εξωτερική πολιτική παρουσιάζει ενίοτε ασυνέχεια ανάλογα με τις εναλλαγές διοίκησης. Η αντίληψη περί μειούμενης εσωτερικής σταθερότητας επιτρέπει στους ανταγωνιστές, όπως η Κίνα και η Ρωσία, να ενισχύουν το αφήγημα περί «παρακμής της δημοκρατίας» και να διεκδικούν αυξημένη επιρροή σε τρίτες χώρες. Η πόλωση στο εσωτερικό υπονομεύει τη διεθνή αξιοπιστία της Ουάσιγκτον και περιορίζει τη δυνατότητα συγκρότησης σταθερών συμμαχιών.
Η αμερικανική δημοκρατική κρίση επιδρά και στη διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης. Η ηγεσία των ΗΠΑ έχει ιστορικά στηριχθεί όχι μόνο στην οικονομική και στρατιωτική υπεροχή, αλλά και στη νομιμοποίηση που αντλείται από την εικόνα ενός λειτουργικού δημοκρατικού προτύπου. Αν αυτή η εικόνα κλονιστεί, η ίδια η αρχιτεκτονική της διεθνούς διακυβέρνησης κινδυνεύει. Σε ένα τέτοιο σενάριο, αντί της αμερικανικής ηγεμονίας, μπορεί να επικρατήσει ένας ασταθής ανταγωνισμός αυταρχικών και δημοκρατικών δυνάμεων, χωρίς κανονιστικό προσανατολισμό.
Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η αμερικανική δημοκρατία διαθέτει υψηλό βαθμό θεσμικής ανθεκτικότητας. Η σύγκρουση ανάμεσα στις Πολιτείες και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, καθώς και ο έντονος δημόσιος έλεγχος των θεσμών, αποτελούν σημαντικούς μηχανισμούς ανάσχεσης. Επιπλέον, η κοινωνία των ΗΠΑ εμφανίζει ισχυρή παράδοση πολιτικής συμμετοχής και διεκδίκησης δικαιωμάτων, η οποία λειτουργεί συχνά ως αντιστάθμισμα της θεσμικής παθογένειας.
Το κρίσιμο ερώτημα για την επόμενη δεκαετία είναι αν οι ΗΠΑ θα καταφέρουν να σταθεροποιήσουν το σύστημά τους πριν η πόλωση μετατραπεί σε μη αντιστρεπτή δυναμική. Η ανανέωση της εμπιστοσύνης στις εκλογικές διαδικασίες, η αποκατάσταση της θεσμικής ουδετερότητας και η μετρίαση του πληροφοριακού κατακερματισμού αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τη διατήρηση μιας λειτουργικής δημοκρατικής τάξης. Η ιστορική ισχύς των ΗΠΑ προήλθε από τη σύνθεση θεσμικής σταθερότητας, κοινωνικής κινητικότητας και οικονομικής καινοτομίας. Εάν το θεσμικό στοιχείο αστοχήσει, οι άλλοι δύο παράγοντες δεν αρκούν για να διατηρήσουν τον ρόλο της χώρας ως εγγυήτριας δύναμης σε ένα διεθνές σύστημα αυξανόμενης αβεβαιότητας.
Η πολιτική πόλωση και ο θεσμικός εκφυλισμός δεν είναι μόνο αμερικανικό πρόβλημα· επηρεάζουν την παγκόσμια ισορροπία. Η εσωτερική σταθερότητα των Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί στρατηγικό δημόσιο αγαθό της διεθνούς ασφάλειας. Η επιτυχία ή η αποτυχία αντιμετώπισης αυτής της κρίσης θα καθορίσει αν ο 21ος αιώνας θα διαθέτει μια σταθερή δημοκρατική ηγεμονία ή αν θα διολισθήσει σε παρατεταμένο ανταγωνισμό ισχύος χωρίς σταθερά θεσμικά και αξιακά θεμέλια.
Πρόσφατα σχόλια