Αν υποτεθεί ότι οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται κατά την προεκλογική περίοδο είναι σχετικώς ακριβείς, μπορούν να εξαχθούν τα εξής συνοπτικά συμπεράσματα για το μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό.

Η απλή αναλογική δυσχεραίνει την δημιουργία κυβέρνησης και το σφιχτό πλαίσιο που οριοθετεί το Σύνταγμα για τις διερευνητικές εντολές προτάσσει ουσιαστικά την δημιουργία μονοκομματικών κυβερνήσεων.

Ασφαλώς το ενδιαφέρον των πολιτών εστιάζεται στα τρία πρώτα κόμματα ακριβώς επειδή αυτά είναι τα οποία κατά το Σύνταγμα θα λάβουν την διερευνητική εντολή.

Η ΝΔ θα έχει υποστεί κάμψη, ο στόχος της αυτοδυναμίας παραμένει υψηλός επομένως είτε θα πρέπει να μετατεθεί για την επόμενη κάλπη ή θα πρέπει να συμβιβαστεί σε κυβέρνηση συνεργασίας. Φαίνεται όμως, μέχρι στιγμής ότι η πρώτη κάλπη είναι για την ΝΔ μία σκόπελος μου θα πρέπει, de facto, να υπερπηδηθεί.

Ο ΣΥΡΙΖΑ παγιώνεται στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης παρά την οξεία αντιπολιτευτική κριτική που άσκησε στην κυβέρνηση και θα επιβεβαιωθεί η στροφή του κόμματος προς τα κεντροαριστερά η οποία ξεκίνησε το 2019 και εντείνεται με τις προσπάθειες μίμησης του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Και γεννάται το ερώτημα μία τέτοια συνθηματολογία πώς ανταποκρίνεται στην Ελλάδα του 2023.

 Κρίνοντας από την ρητορική που χρησιμοποιείται  φαίνεται ότι θα έχει απολέσει την δυνατότητα σχηματισμού «προοδευτικής»  κυβέρνησης συνεργασίας καθώς ο κ. Ανδρουλάκης απορρίπτει την κυβερνητική συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και επιπροσθέτως δεν υπάρχει κάποιο πλαίσιο συνεργασίας από μεριάς του ΣΥΡΙΖΑ

 Είναι προφανές ότι οι ισχυρισμοί περί «κυβέρνησης ειδικού σκοπού» μόνο ως αστειότητες μπορούν να ακουστούν και η τελείως ανιστόρητη πολιτική ρητορική περί «καθεστώτος» δεν προσελκύει τους πολίτες στην κάλπη

Το ΠΑΣΟΚ πιθανώς να επιτύχει τον στόχο του διψήφιου ποσοστού. Και σε αυτό το σημείο είναι που τα πράγματα περιπλέκονται. Ένα διψήφιο ποσοστό καθιστά το ΠΑΣΟΚ τρόπον τινά «ρυθμιστή» της επόμενης ημέρας.

Εγείρεται το ερώτημα πώς θα συνεργαθεί το ΠΑΣΟΚ με την ΝΔ καθ’ης στιγμής το ΠΑΣΟΚ είναι κάθετο στο ζήτημα των υποκλοπών. Η πιθανότητα συγκυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται λιγότερο πιθανή καθώς αποφασίζει η εκλογική αριθμητική και όπως αναφέρθηκε παραπάνω ο κ. Ανδρουλάκης αντιτίθεται σε αυτήν.

Επιπροσθέτως το ΠΑΣΟΚ δεν έχει προσδιορίσει ποιον θέλει για επικεφαλής μιας κυβέρνησης συνεργασίας εμμένοντας σε ασαφείς απαντήσεις ούτε έχει ορίσει ένα προγραμματικό πλαίσιο διαλόγου με τα άλλα δύο κόμματα.

Στις λίγες ημέρες που απομένουν το πολιτικό σκηνικό μπορεί να μεταβληθεί καθώς η προεκλογική περίοδος είναι πάντα ρευστή ως προς την τελική επιλογή, κυρίως των αναποφάσιστων, ψηφοφόρων.

Καλό θα ήταν τα κόμματα να μην προβαίνουν σε πόλωση του πολιτικού κλίματος και σε προσωπικές αντεγκλήσεις γιατί ελλοχεύει ο κίνδυνος να φανούν ανακόλουθα την ακριβώς επόμενη ημέρα και το πολιτικό σύστημα εν συνόλω αναξιόπιστο.  

Οι πολίτες δέον είναι να ακούν, να κρίνουν και να συγκρίνουν προγραμματικές θέσεις των κομμάτων για την επόμενη ημέρα και όχι πολωτική ρητορική η οποία δεν συμβάλλει την ενημέρωση των πολιτών για κόμματα και τις θέσεις τους.