Η περίοδος 2019–2025 αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική φάση στην πορεία της Ελλάδας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

καθώς συμπίπτει με την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, την επαναδιαπραγμάτευση του οικονομικού της ρόλου στον ευρωπαϊκό χώρο και την αντιμετώπιση πολλαπλών προκλήσεων, όπως η πανδημία COVID-19, η ενεργειακή κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία, και η επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής. Το διάστημα αυτό συνιστά μια περίοδο μετασχηματισμού για τη χώρα, όχι μόνο ως προς την οικονομία της αλλά και ως προς την ίδια της την ταυτότητα εντός της ευρωπαϊκής πολιτικής τάξης.

H έλευση της πανδημίας COVID-19 προκάλεσε βαθιά ύφεση στην ελληνική οικονομία, λόγω της εξάρτησης της χώρας από τον τουρισμό και τον τομέα των υπηρεσιών.

Παρά την εισροή ευρωπαϊκών πόρων, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα. Η παραγωγικότητα της παραμένει χαμηλή ενώ η ανεργία, αν και μειούμενη, εξακολουθεί να είναι από τις υψηλότερες στην ΕΕ. Η ιδιωτική αποταμίευση κυμαίνεται επίσης σε χαμηλά επίπεδα ενώ η εξάρτηση από τον τουριστικό τομέα καθιστά την οικονομία ευάλωτη σε εξωτερικές κρίσεις. Οι καθυστερήσεις στη Δικαιοσύνη, η πολυπλοκότητα του διοικητικού συστήματος και η περιορισμένη αποδοτικότητα του κράτους δημιουργούν εμπόδια στην πλήρη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων.

Στο πεδίο της πολιτικής ενοποίησης, η Ελλάδα παραμένει υπέρμαχος της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ενισχύοντας τον ρόλο της ΕΕ σε κρίσιμα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Η ελληνοτουρκική ένταση των ετών 2020–2021 επανέφερε στο προσκήνιο τα ελλείμματα της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ. Η Ελλάδα ζητά πιο αποφασιστική στάση της Ένωσης έναντι της Άγκυρας, η οποία, φυσικά, προϋποθέτει ενιαία ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική. Επίσης, η χώρα συνεχίζει να στηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων προωθώντας την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στην περιοχή.

Η ενεργειακή κρίση που ακολούθησε την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κατέδειξε την ανάγκη για μεγαλύτερη ενεργειακή αυτονομία και διαφοροποίηση πηγών. Η Ελλάδα διεκδικεί ενεργό ρόλο ως διαμετακομιστικός κόμβος ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, αναβαθμίζοντας τις υποδομές της σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η πολιτική συνοχής της ΕΕ συνεχίζει να αποτελεί βασικό εργαλείο χρηματοδότησης των περιφερειών. Για την περίοδο 2021–2027, η Ελλάδα εξασφάλισε σημαντικά κονδύλια για έργα υποδομής, πράσινης ενέργειας, εκπαίδευσης και κοινωνικής ένταξης. Παρότι ο βαθμός απορρόφησης παραμένει υψηλός, διαχρονικές προκλήσεις όπως η γραφειοκρατία, η χαμηλή διοικητική ικανότητα πολλών ΟΤΑ και η απουσία ενιαίου αναπτυξιακού οράματος σε περιφερειακό επίπεδο περιορίζουν τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων.

Η εμπιστοσύνη προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και εξαρτάται από την ικανότητα της Ένωσης να ανταποκρίνεται στις κρίσεις και να υλοποιεί βιώσιμες λύσεις. Ζητήματα όπως η μεταναστευτική πολιτική και η κατανομή των ευθυνών μεταξύ των κρατών-μελών εγείρουν αμφιθυμίες, ιδίως σε περιοχές που δέχονται δυσανάλογες πιέσεις.

Εν κατακλείδι, η περίοδος που διανύουμε σηματοδοτεί μια φάση επανένταξης της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό πυρήνα με όρους κανονικότητας .Η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών εργαλείων ενίσχυσε την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας , αλλά και ανέδειξε τις δομικές αδυναμίες του ελληνικού διοικητικού συστήματος. Η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας εξαρτάται πλέον από την ικανότητα του ελληνικού κράτους να υλοποιεί πολιτικές με συνέπεια, να ενισχύει τη διαφάνεια και να προωθεί έναν βιώσιμο αναπτυξιακό μετασχηματισμό, ικανό να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους πολίτες και να προάγει την κοινωνική συνοχή. Η Ελλάδα μπορεί πλέον να διεκδικεί πιο ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής ατζέντας, αρκεί να παραμείνει προσανατολισμένη στη στρατηγική επιλογή της εμβάθυνσης της ενοποίησης και της θεσμικής ωρίμανσης.