Η περίπτωση Τσίπρα συνιστά ένα μοναδικό παράδειγμα ηγεσίας που ανέτρεψε τις καθιερωμένες ισορροπίες στον ελληνικό προοδευτικό χώρο, αλλά ταυτόχρονα ανέδειξε τα δομικά όρια της ελληνικής Κεντροαριστεράς στη μετάβαση από τον αντισυστημικό λόγο στην κυβερνησιμότητα. Η ανάδυσή του στην κορυφή του πολιτικού συστήματος δεν μπορεί να αναλυθεί ως αποτέλεσμα προσωπικού χαρίσματος ή επικοινωνιακής δυναμικής. Η πολιτική του λειτουργία διαμορφώθηκε σε συνθήκες απονομιμοποίησης της Μεταπολίτευσης, κοινωνικού κατακερματισμού και θεσμικής αστάθειας, παράγοντες που επέτρεψαν την ανασύνθεση των παραδοσιακών πολιτικών διαχωρισμών.
Η επιτυχία του στη συγκρότηση κυβερνητικού πόλου από τον χώρο της Αριστεράς δεν αποτελεί παράγωγο ενός κομματικού μηχανισμού σε πλήρη ωρίμανση. Αντίθετα, οφείλεται στην ικανότητά του να μετασχηματίσει το πολιτικό υπόδειγμα της Κεντροαριστεράς, εισάγοντας μια νέα μορφή πολιτικής ηγεμονίας. Το κύριο χαρακτηριστικό του εγχειρήματος ήταν η μετάβαση από το κόμμα-κίνημα στο κόμμα εξουσίας, χωρίς τη διαμεσολάβηση της σταδιακής θεσμικής συγκρότησης. Αυτό αποτελεί θεμελιώδη ασυμμετρία: η εξουσία προηγήθηκε της θεσμοποίησης.
Η επίδραση αυτής της διαδικασίας επεκτείνεται πέρα από το κομματικό επίπεδο. Επηρέασε τον τρόπο με τον οποίο ο ευρύτερος προοδευτικός χώρος αντιλαμβάνεται το κράτος, την τεχνοκρατία, τη θεσμική υπευθυνότητα και τη δημοκρατική λογοδοσία. Η Αριστερά μετακινήθηκε από το αίτημα της κοινωνικής αναδιανομής στη διαχείριση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των ευρωπαϊκών δεσμεύσεων. Αυτή η μετατόπιση υπήρξε πολιτικά επιτυχής, αλλά ιδεολογικά αμφίσημη, γεγονός που καθορίζει και τη σημερινή ταυτότητα του χώρου.
Η κυβερνητική εμπειρία δεν ενίσχυσε την οργανωτική συγκρότηση του κόμματος∙ αντίθετα, ενίσχυσε την εξάρτηση από την ηγεσία. Το φαινόμενο αντιστοιχεί σε διεθνή παραδείγματα προσωποπαγούς ανασύνθεσης της Κεντροαριστεράς, όπου η πολιτική αλλαγή δεν προέρχεται από εσωτερική αναδόμηση αλλά από εξωγενή συγκυρία (Ισπανία, Γαλλία, Πορτογαλία). Η ελληνική περίπτωση όμως παρουσιάζει μια κρίσιμη διαφοροποίηση: η μεταβολή πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης, άρα με μεγαλύτερη πίεση επιλογών και ταχύτητα μετασχηματισμού.
Οι συνέπειες αυτού του μοντέλου έγιναν εμφανείς μετά την παραμονή στην εξουσία. Η Αριστερά απέκτησε το ιστορικό προηγούμενο της κυβερνητικής εμπειρίας, αλλά όχι την οργανωτική μνήμη και τη θεσμική συνέχεια που απαιτούν οι σύγχρονες δημοκρατίες. Δημιουργήθηκε μια νέα σχέση εξουσίας και Αριστεράς, στην οποία η κοινωνική νομιμοποίηση δεν επαρκεί χωρίς οργανωτική υποδομή. Το αποτέλεσμα είναι η διττή κληρονομιά: αποδόμηση παλαιών δομών, αλλά και ημιτελής θεσμοποίηση.
Η κεντρική πολιτική συμβολή του Τσίπρα στον προοδευτικό χώρο συνοψίζεται στη μετατόπιση της πολιτικής από την κοινωνική κινητοποίηση στη θεσμική άσκηση της εξουσίας. Με αυτή την έννοια, έθεσε σε εφαρμογή μια μορφή «επιταχυνόμενου εκσυγχρονισμού» της Αριστεράς. Ωστόσο, το ίδιο μοντέλο έδειξε την αδυναμία της ελληνικής Κεντροαριστεράς να ξεπεράσει τα όρια της προσωποπαγούς εκπροσώπησης και να μετατρέψει την ιστορική συγκυρία σε δομική και ιδεολογική σταθερότητα.
Άρα, η πολιτική σημασία του δεν περιορίζεται στην άνοδο στην εξουσία, αλλά στην αλλαγή των όρων του πολιτικού παιχνιδιού: η Αριστερά έγινε υποκείμενο κυβερνητικής εξουσίας, αλλά χωρίς να πετύχει τον θεσμικό μετασχηματισμό που θα επέτρεπε στον χώρο να λειτουργήσει ως σταθερή παράταξη εξουσίας. Αυτό αποτελεί το πιο κρίσιμο –και ακόμη ανοιχτό– ζήτημα του προοδευτικού φάσματος.
Πρόσφατα σχόλια