Η δυναμική των σχέσεων μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας ,εδράζεται στη στρατηγική σημασία της Τουρκίας η οποία προκύπτει από την γεωγραφική και πολιτισμική εγγύτητά της με την Μέση Ανατολή. Οι διμερείς σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας εισήλθαν σε μία sui generis κατάσταση με επιπτώσεις επί των ελληνικών εξωτερικών επιλογών και του περιφερειακού συσχετισμού ισχύος.

Η αμερικανοτουρκική σχέση, είναι μείζονος σημασίας για την προώθηση των συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο. Η διαρκής γεωπολιτική συμπεριφορά της Τουρκίας ως “επιτήδειου ουδετέρου” προκάλεσε διακυμάνσεις στις διμερείς σχέσεις. Η αγορά του ρωσικής κατασκευής αντιαεροπορικού συστήματος S-400, η επιθετική ρητορική και πρακτική στην Ανατολική Μεσόγειο, οι παρεμβάσεις στη Συρία, αλλά και η συστηματική εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού ζητήματος, καθιστούν πρόδηλο  πως η Τουρκία δρα ως αποσταθεροποιητικός παράγων στην περιοχή.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα καλείται να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της όχι μόνον ως μέλος του ευρωατλαντικού πλαισίου ασφαλείας, αλλά ως παράγων σταθερότηταςσε ένα ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον. Η αναβάθμιση της Ελληνοαμερικανικής Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA), η διεύρυνση των αμερικανικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε ελληνικό έδαφος καθώς και η ενίσχυση του πολιτικού διαλόγου σε ζητήματα ενέργειας, ασφάλειας και τεχνολογίας, σηματοδοτούν την αναδυόμενη βαρύτητα που αποδίδει η Ουάσινγκτον στην Ελλάδα δεδομένου του στρατηγικού κενού που δημιουργείται με την στροφή της Τουρκίας προς την Ευρασία.

Η Ελλάδα αξιοποιεί τη συγκυρία για να καλλιεργήσει ένα πλέγμα περιφερειακών συμμαχιών, ενισχύοντας τριγωνικά και πολυμερή σχήματα συνεργασίας στα οποία η αμερικανική συμμετοχή προσδίδει στρατηγικό βάθος. Τούτο εντάσσεται στην ευρύτερη λογική της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής που προωθεί η Αθήνα, με στόχο την αποτροπή επιθετικών ενεργειών και τη διατήρηση της αποτρεπτικής ισορροπίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.

Η διμερής σχέση της Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών. έχει εγγενείς περιορισμούς. Η πολιτική των «ίσων αποστάσεων» που ακολουθεί η Ουάσινγκτον μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας δεν αίρεται εύκολα, ακόμη και σε περιόδους εντάσεων που εγείρουν ζητήματα παραβίασης του διεθνούς δικαίου ή επιβουλής της εδαφικής κυριαρχίας. Η αμερικανική διοίκηση, συνεχίζει να διατηρεί στρατηγικά συμφέροντα στην Τουρκία τα οποία παρά τις κατά καιρούς διακυμάνσεις των διμερών σχέσεων δεν μπορούν να αγνοηθούν. Επιπροσθέτως, γνώμονας της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή είναι η ισχύς και όχι το διεθνές δίκαιο per se καθώς αυτό που ενδιαφέρει τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η διατήρηση της ευρυθμίας της νοτιοανατολικής πτέρυγας της Συμμαχίας.

Συνεπώς, η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί με υψηλό βαθμό στρατηγικής ετοιμότητας και διπλωματικής προσαρμοστικότητας. Η ενίσχυση της εθνικής αποτρεπτικής ισχύος, η προώθηση ενός πολυμερούς δικτύου συνεργασιών με δυνάμεις και η ενεργός συμμετοχή σε ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες ασφάλειας, συνιστούν αλληλοσυμπληρούμενα σκέλη μιας σύνθετης στρατηγικής αρχιτεκτονικής. Ο στόχος είναι διττός: αφενός, να εξασφαλισθεί η εθνική κυριαρχία και η στρατηγική αυτονομία· αφετέρου, να παγιωθεί η Ελλάδα ως αξιόπιστος διαμεσολαβητής σταθερότητας στην περιοχή.

Εν κατακλείδι, η αλληλεπίδραση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων με την ελληνική εξωτερική πολιτική απαιτεί κατανόηση των εσωτερικών εξελίξεων στις τρεις χώρες. Η Ελλάδα, διαθέτει τα ερείσματα και τις γεωπολιτικές συμμαχίες για να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην περιοχή αν εντείνει την ενεργητική εξωτερική της πολιτική και την απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση.