Ο λαϊκισμός υπήρξε η πολιτική «ασθένεια» της δεκαετίας του 2010, αλλά το ερώτημα της δεκαετίας του 2020 είναι αν υπήρξε απλώς παροδικό σύμπτωμα ή αν έχει καταστεί μόνιμο χαρακτηριστικό της δημοκρατίας. Η ελληνική εμπειρία αποτελεί μικρογραφία ενός παγκόσμιου φαινομένου: σε περιόδους κρίσης, ο λαϊκισμός δεν εμφανίζεται ως ιδεολογία, αλλά ως αντίδραση απέναντι στη θεσμική αδιαφορία και την κοινωνική ανισότητα. Ο πολίτης, αισθανόμενος αόρατος μέσα σε ένα περίπλοκο και ψυχρό σύστημα, αναζητά τη φωνή που θα μετατρέψει την οργή του σε πολιτική γλώσσα. Ο λαϊκιστής ηγέτης υπόσχεται απλότητα απέναντι στην πολυπλοκότητα, δικαιοσύνη απέναντι στη γραφειοκρατία, λαό απέναντι σε ελίτ.
Στην Ελλάδα, ο λαϊκισμός υπήρξε τόσο αριστερός όσο και δεξιός. Η ρητορική της «λαϊκής κυριαρχίας» χρησιμοποιήθηκε από διαφορετικές δυνάμεις για να διεκδικήσουν πολιτική νομιμοποίηση σε μια κοινωνία διαλυμένη από την κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ΑΝΕΛ, αλλά και αργότερα η εθνικιστική δεξιά, εξέφρασαν διαφορετικές εκδοχές του ίδιου συναισθήματος: τη δυσπιστία απέναντι στα κέντρα εξουσίας και τη νοσταλγία για μια φαντασιακή ενότητα του «λαού». Ο λαϊκισμός λειτούργησε ως ψυχολογική άμυνα της κοινωνίας απέναντι σε μια ελίτ που φάνηκε να διαχειρίζεται τη χώρα σαν λογιστικό γραφείο.
Μετά το 2020, ωστόσο, ο λαϊκισμός δεν εξαφανίστηκε — απλώς μεταλλάχθηκε. Η πολιτική πόλωση υποχώρησε, αλλά η αντισυστημική δυσπιστία παραμένει. Ο πολίτης μπορεί να απορρίπτει τους δημαγωγούς, αλλά δεν εμπιστεύεται το σύστημα που τους γέννησε. Ο λαϊκισμός έχει πάψει να είναι ιδεολογία· έχει γίνει νοοτροπία. Είναι ο υπόγειος ρεαλισμός της κοινωνίας που δεν πιστεύει πια στη μεταρρύθμιση, αλλά στη διαρκή υποψία. Ο σύγχρονος λαϊκισμός δεν συγκρούεται με το κράτος — το διαβρώνει μέσω της κυνικής αποδοχής του. Όταν οι πολίτες θεωρούν τη διαφθορά «αναπόφευκτη» και την αδικία «κανονική», τότε ο λαϊκισμός έχει νικήσει χωρίς να χρειάζεται ηγέτη.
Η αντιμετώπιση του λαϊκισμού δεν μπορεί να είναι τεχνική· είναι πολιτισμική. Δεν εξαλείφεται με προγράμματα, αλλά με αποκατάσταση εμπιστοσύνης. Μια δημοκρατία δεν κινδυνεύει επειδή οι πολίτες θυμώνουν — κινδυνεύει όταν παύουν να ελπίζουν. Ο λαϊκισμός, λοιπόν, δεν είναι απλώς σύμπτωμα της κρίσης· είναι καθρέφτης της δημοκρατίας που έχασε τη φωνή της. Και αν οι θεσμοί δεν ανακτήσουν την ικανότητα να εμπνέουν, η «λαϊκή οργή» θα συνεχίσει να αποτελεί το μόνιμο υπόγειο ρεύμα της εποχής.
Πρόσφατα σχόλια