Η σημερινή γεωπολιτική πραγματικότητα στην Ευρώπη διαμορφώνει ένα σύνθετο πλέγμα συμφερόντων όπου η Γερμανία και η Τουρκία επανέρχονται στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών και νατοϊκών ισορροπιών. Η σταδιακή αποδυνάμωση της μεταψυχροπολεμικής βεβαιότητας, η αναθεωρητική πολιτική τρίτων δυνάμεων και η όξυνση κρίσεων, από την Ανατολική Μεσόγειο έως τη Μέση Ανατολή, καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση του πλαισίου συνεργασίας. Σε αυτό το περιβάλλον, η Άγκυρα εργαλειοποιεί τον γεωγραφικό και στρατηγικό της ρόλο για να διασφαλίσει ευρύτερη διεθνή αναγνώριση. Παράλληλα, το Βερολίνο, αντιλαμβανόμενο την ευαλωτότητα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, επιδιώκει την ενσωμάτωση της Τουρκίας σε συμμαχίες ζωτικής σημασίας, παρότι παραμένουν ενεργά σοβαρά πολιτικά εμπόδια.
Με αφετηρία την προμήθεια των μαχητικών Eurofighter, αναδεικνύεται η πρόθεση διαμόρφωσης νέου πλαισίου αμυντικής σύζευξης που υπερβαίνει τις παραδοσιακές εμπορικές συναλλαγές και εξελίσσεται σε μακροπρόθεσμο μηχανισμό στρατηγικής συνεξάρτησης. Η Γερμανία αναγνωρίζει ότι η επιχειρησιακή ενίσχυση της τουρκικής αεροπορικής ισχύος λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής στη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ και ως ανάχωμα έναντι ανταγωνιστικών προσβάσεων τρίτων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Ρωσίας. Η Τουρκία, από την πλευρά της, διεκδικεί ισότιμη συμμετοχή στη συμπαραγωγή τεχνολογίας και στην ανάπτυξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, διατυπώνοντας το μοντέλο συνεργασίας «καζάν – καζάν» ως στρατηγικό υπόβαθρο.
Ωστόσο, η συνεργασία αυτή δεν παύει να είναι αμφίθυμη: η Γερμανία επιμένει στη συμμόρφωση με τα κριτήρια της Κοπεγχάγης ως αναγκαία προϋπόθεση κάθε ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Η θεσμική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, η προστασία μειονοτήτων, η αποφυγή αυταρχικών πρακτικών και η προσήλωση στον πλήρη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραμένουν πεδία έντονης διάστασης. Αντίθετα, η Άγκυρα επιχειρεί αναστροφή του επιχειρήματος, υιοθετώντας «κριτήρια της Άγκυρας», τα οποία προβάλλουν τον περιφερειακό ρόλο και την αναθεωρητική δυναμική της Τουρκίας ως στοιχεία που θα έπρεπε η Ευρώπη να λάβει σοβαρά υπόψη.
Υπό την ελληνική οπτική, η αναβάθμιση του γερμανοτουρκικού άξονα απαιτεί νηφάλια αλλά αυξημένη στρατηγική εγρήγορση. Η ενίσχυση των στρατιωτικών ικανοτήτων της Τουρκίας επιδρά άμεσα στη σταθερότητα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, ειδικά σε ένα περιβάλλον όπου η Άγκυρα επιδιώκει αναθεωρητική διαπραγμάτευση υφιστάμενων συνθηκών και κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η Ελλάδα, ως θεμέλιος λίθος της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ και κράτος-μέλος της ΕΕ που αποτελεί πυλώνα σταθερότητας, δεν μπορεί να παρακάμπτεται σε εξελίξεις που επηρεάζουν άμεσα το ισοζύγιο ισχύος και την ασφάλεια στην περιοχή. Η ελληνική διπλωματία οφείλει να διασφαλίσει ότι κάθε ενίσχυση της Τουρκίας θα συνοδεύεται από ισχυρούς μηχανισμούς συλλογικής ευθύνης, συμμόρφωσης προς το διεθνές δίκαιο και σεβασμού κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Η πραγματικότητα είναι ότι η ευρωπαϊκή ασφάλεια δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική χωρίς την Τουρκία, αλλά ούτε και με μια Τουρκία που ακολουθεί ανεξάρτητη, συγκρουσιακή και αναθεωρητική πορεία εις βάρος συμμάχων και γειτόνων. Επομένως, η επίλυση των διαφορών στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου αποτελεί προϋπόθεση για μια υγιή ευρωτουρκική σχέση. Η Ελλάδα, μέσα από τη συμμετοχή της στα ευρωπαϊκά και νατοϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση των όρων αυτής της συνύπαρξης.
Συνολικά, η Γερμανία και η Τουρκία κινούνται σε ένα πεδίο όπου η γεωπολιτική αναγκαιότητα υπερτερεί των πολιτικο-θεσμικών αποκλίσεων. Το νέο περιβάλλον δεν επιτρέπει μονοδιάστατες σχέσεις ούτε απόλυτους αποκλεισμούς. Απαιτεί ρεαλιστικές προσεγγίσεις ισχύος, στρατηγική ευελιξία και συνεχή προσαρμογή. Η Ελλάδα, παραμένοντας προσηλωμένη στο διεθνές δίκαιο, τη διεθνή νομιμότητα και την αρχιτεκτονική συλλογικής ασφάλειας, οφείλει να πρωταγωνιστεί στη διαμόρφωση ισορροπιών που αποτρέπουν αναθεωρητισμούς και ενισχύουν τη σταθερότητα στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή. Η συζήτηση για τον νέο ρόλο της Τουρκίας στην Ευρώπη δεν μπορεί και δεν πρέπει να διεξάγεται ερήμην της Ελλάδας — αντιθέτως, οφείλει να λαμβάνει ως σημείο αναφοράς το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την ελληνική στρατηγική ασφάλειας
Πρόσφατα σχόλια