Είναι εν μέρει λογικό για το ελληνικό πολιτικό σκηνικό  η πολιτική αντιπαράθεση στις προεκλογικές περιόδους να έχει συχνά παρελθοντολογικό χρώμα, ωστόσο εκείνο που κρίνεται πάντοτε σε μια εκλογική αναμέτρηση είναι η πορεία της χώρας με όρους μέλλοντος.

Γι’ αυτό σημαντικό είναι να αναζητηθούν ποια είναι τα μεγάλα θέματα που θα απασχολήσουν την χώρα μεσοπρόθεσμα , και πώς αυτή μπορεί να αντεπεξέλθει.

Αντιθέτως προς την κοινή αντίληψη που θεωρεί  κόμματα εξουσίας περίπου όμοια και  να έχουν συγκλίνει στα σοβαρά ζητήματα του τόπου και να εμφανίζουν αμελητέες διαφορές διαφέρει η ανάλυση και η δημιουργία πολιτικής, policy making, επί αυτών.

Μέχρι στιγμής υπάρχουν δύο διαφορετικές ατραποί σχετικοί με την πορεία ανάπτυξης της χώρας. Υπάρχουν διαφορετικές απαντήσεις στα πεδία της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, του κράτους, και της κοινωνικής συνοχής.

Η μία είναι πιο «πραγματική» και η δεύτερη πιο «κοινωνιστική» Φυσικά το καλύτερο θα ήταν η ad hoc μείξη αυτών των δύο «σχολών ανά τομέα πολιτικής.

Την δεκαετία της κρίσης η εθνική οικονομία έχασε  γύρω στο ¼ του ΑΕΠ της και την διεθνή της πιστοληπτική αξιοπιστία. Αυτά όλα έχουν μέχρι τώρα  μερικώς αποκατασταθεί, παρά τις διεθνείς γεωπολιτικές κρίσεις και αναταράξεις.

Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ μπορούν να λειτουργήσουν προωθητικά για την ανάκαμψη της χώρας, τη μεγάλη ανάπτυξη του τουρισμού που εμφανίζει κάθε χρόνο ανοδικές τάσεις στα έσοδα, την αύξηση των εξαγωγών, καθώς και τις ξένες μεγάλες επενδύσεις οι οποίες καταδεικνύουν τον ρόλο της χώρας στο διεθνή καταμερισμό εργασίας. Το βασικό ερώτημα δεν είναι ασαφές αλλά αφορά στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.

Σε αυτό το ερώτημα υπάρχουν δύο πολιτικές απαντήσεις:  Η πρώτη επιχειρεί να ανταποκριθεί σε αυτό με συνδυασμού κρατικού παρεμβατισμού και ιδιωτικής πρωτοβουλίας που ευνοεί την επιχειρηματικότητα, τις ξένες επενδύσεις και την εξωστρέφεια της οικονομίας.  Η δεύτερη φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται τις σύγχρονες συνθήκες και απαιτήσεις με κύριο στόχο  την αναδιανομή του εισοδήματος,  χωρίς να έχει αναφερθεί ένα μείγμα πολιτικής που θα ευνοήσει την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου αμελώντας την επισήμανση ότι παραγωγικό μοντέλο, αύξηση της πίτας και παραγωγικότητα συνδέονται.

Σε ό τι αφορά στην εξωτερική πολιτική  Η ιδιαίτερη γεωπολιτική θέση της χώρας έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σημασία σε αυτήν την ταραγμένη γεωπολιτικά περίοδο. Επιπροσθέτως, ο τουρκικός αναθεωρητισμός βρίσκεται σε παροξυσμό με χαρακτηριστικά παραδείγματα τις υβριδικές επιθέσεις στον Έβρο και την ένταση στο Αιγαίο.

Σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, η χώρα ενήργησε με αποφασιστικότητα και ταχύτητα σε δύο επίπεδα ενίσχυσε την αποτρεπτική δυνατότητα της σε στρατιωτικό επίπεδο, με την ενίσχυση του πλέγματος των συμμαχιών  της αναβαθμίζοντας στην συμμαχία με την Γαλλία καθώς και ειδικά την σχέση της με τις ΗΠΑ.

Το ζήτημα που ανακύπτει είναι η εκμετάλλευση του momentum σε διπλωματικό επίπεδο με ΜΟΕ, δεδομένης της συγκυρίας και τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία.

Σε ό,τι αφορά στην αντιπολίτευση,  θα μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι αιθεροβάμων ως προς την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής αν και εμφανίζεται να αντιλαμβάνεται την χρησιμότητα του συνδυασμού ενεργητικής διπλωματίας και στρατιωτικής αποτρεπτικής ισχύος την οποία λόγω ιδεολογικών αντιλήψεων. αντιμετωπίζει με σαφώς μεγαλύτερη δυσπιστία.

Η τρίτη πρόκληση έχει να κάνει με τον εκσυγχρονισμό του κράτους, που αναδείχτηκε εμφατικότερα  μετά και την τραγωδία στα Τέμπη. Η χώρα θα πρέπει ουσιαστικά για γίνει φιλικότερη προς τον πολίτη με διαφορετική, αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη λειτουργία του δημοσίου τομέα με εισαγωγή νέων τύπων οργάνωσης, να εντείνει την ψηφιοποίηση του κράτους και να εισάγει το λεγόμενο ‘.street level bureaucracy”

Φυσικά και χρειάζονται στους τομείς Μεταφορών, της Δικαιοσύνης, της δημόσιας υγείας στην οποία είναι αναγκαία η αναβάθμιση του ΕΣΥ και της ανώτατης εκπαίδευσης, στην μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη, στο μείζον θέμα της αξιολόγησης στο δημόσιο τομέα, στην θεσμική ενίσχυση του πολιτεύματος με συμμετοχικούς θεσμούς και την διεύρυνση δικαιωμάτων.

Από την άλλη, υπάρχει πάλι η στάση υποστήριξης άνευ όρων της μη αλλαγής του κράτους και επιμονής σε ένα αντιπαραγωγικό μοντέλο που αναπαράγει τις κοινωνικές ανισότητες καθώς χαρακτηρίζεται από διαρθρωτικά προβλήματα.

Τελευταίο αλλά καίριο ζήτημα είναι η κοινωνική συνοχή. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις σε κομβικό σημείο μετάβασης δεδομένης και της νέας βιομηχανικής επανάστασης

. Το ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί αλλά υπάρχουν χιλιάδες θέσεις εργασίας που έχουν χαθεί και υπάρχουν πολλές θέσεις επισφαλούς εργασίας.

Το ζήτημα της κοινωνικής συνοχής επιβαρύνει κυρίως τους νέους καθώς χωρίς αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου περιορίζονται οι πιθανότητες καλοπληρωμένης εργασίας και κοινωνικής ανόδου.

Απέναντι σε αυτό το πρόβλημα υπάρχει η πολιτική ανοίγματος της οικονομίας με την δημιουργία θέσεων και στοχευμένων επιδοματικών πολιτικών στήριξης των πιο αδύναμων  και των νέων.  Και το πολιτικό πρόταγμα της αναδιανομής κυρίως μέσω του φορολογικού συστήματος.

Ασφαλώς και οι δύο οπτικές προϋποθέτουν την μεταρρύθμιση του δημοσίου τομέα όχι με όρους ιδεολογικούς ή οικονομιστικούς αλλά με άξονα και στόχο την κοινωνική συνοχή και την ευημερία των πολιτών.

: